Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

Όταν πάει ο παλιός ο χρόνος...

Μέρες τώρα, πλήθος δημοσιεύσεων στο διαδίκτυο μας προετοιμάζει για το μισεμό του χρόνου που  "πάλιωσε" και για το φιλόδοξο ερχομό του νέου που σε λίγο φτάνει...
Και τον περιμένουμε πώς και πώς αυτόν το νέο χρόνο να 'ρθει.
Και μετράμε αντίστροφα τις τελευταίες μέρες του έτους, λες και οι καημένες δεν έχουν καμία σημασία, λες και υπάρχουν μόνο για να τις σβήνουμε από το ημερολόγιο ανυπόμονα.
Και ετοιμάζουμε τον καλύτερό μας εαυτό. Και στολίζουμε, στολιζόμαστε τα καλά μας.
Και περιμένουμε, καθώς προσδοκούμε αυτό το νέο έτος να μας εκπλήξει ευχάριστα, να μη μας αδικήσει, να μη μας πονέσει, να μη μας στερήσει ό,τι έμψυχο και άψυχο έχουμε.
Και ελπίζουμε για το καλύτερο που θα φέρει.
Και θα ελπίζουμε, μέχρι να έρθει η ώρα που θα παλιώσει και ο χρόνος αυτός και θα τον διώξουμε τραγουδώντας.
Τραγουδώντας όπως κάθε χρόνο.
"Πάει ο παλιός ο χρόνος..."
Και αναρωτιέμαι. Πού να πηγαίνει άραγε αυτός ο παλιός χρόνος που φεύγει;
Χάνεται; Εξαφανίζεται; Παίρνει μαζί του ό,τι είχε φέρει και δεν αφήνει τίποτα πίσω;
Φεύγει για να δώσει τη θέση του στον επόμενο, λες και παραδίδει ένα λευκό βιβλίο;
Και έρχεται ο νέος χρόνος με τα δώρα.
Και αναρωτιέμαι. Τι καινούρια δώρα άραγε να κρατάει αυτός ο νέος χρόνος που έρχεται;
Τι παραπάνω δώρα ζητάμε να έχουμε τη νέα χρονιά;
Θα έρθει ο καινούριος χρόνος.
Κι ας πάει ο παλιός όπου θέλει. Μα ας μην πάρει μαζί του τη μαγεία της προσμονής, τη χαρά του ονείρου, την ανάγκη της ανέφελης ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο, ένα δικαιότερο μέλλον, μια ομορφότερη χρονιά.


                                                                                                                                  Ε.Ψ.

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

Αίθουσα αναμονής




Καθισμένος σε μια άβολη μεταλλική καρέκλα στην αίθουσα αναμονής, είχε αρχίσει να γίνεται νευρικός, καθώς περνούσε τόσος χρόνος χωρίς να μπορεί να καπνίσει. Δεν του άρεσαν οι αίθουσες αναμονής. Ο χρόνος του έμοιαζε πως διαστελλόταν όσο βρισκόταν μέσα τους και περίμενε.
  Αν και υπήρχε κόσμος γύρω του, επικρατούσε ησυχία. Ο καθένας κλεισμένος στο κουκούλι του, δεν άφηνε περιθώρια να εισχωρήσεις στο νοητό συρματόπλεγμα που οριοθετούσε το χώρο του από το διπλανό. Πού να μιλήσεις με κάποιον λοιπόν για να περάσει η ώρα. Αναγκαστικά καθόσουν εκεί και άρχιζες να μιλάς με τον εαυτό σου ψιθυριστά, με μια εσωτερική φωνή που εμφανίζεται πάντα όταν αρχίζεις να σκέφτεσαι. Μόλις βρεις χρόνο και δεν κάνεις τίποτα, σκέψεις κατακλύζουν το μυαλό και η μαγική φωνή έρχεται να σου κρατήσει συντροφιά, τριβελίζοντας το μυαλό σου.
  Εκείνος αφήνει το βλέμμα να περιπλανηθεί στο χώρο, να βγει έξω από το παράθυρο και να πετάξει ψηλά, εκεί που δεν μπορεί ο ίδιος να φτάσει. Το σώμα είναι καθηλωμένο μα η σκέψη έχει βγάλει ήδη φτερά και έχει φύγει μακριά του. Έχει βρει καταφύγιο κάτω από τη σκιά μιας γερασμένης βελανιδιάς, της βελανιδιάς των παιδικών του χρόνων, και καπνίζει ανενόχλητα, ρεμβάζοντας και ρουφώντας τον αέρα που αναδύει μια μυρωδιά ζεστού, σκαμμένου χώματος.
  Η αίθουσα αναμονής. Πάντα ίδια, κάθε φορά ίδιος και εκείνος μέσα της. Οι άνθρωποι - κουκούλια που μαζεύονται στις θέσεις πλάι του μονάχα αλλάζουν. Πρόσωπα διαφορετικά, σώματα που κουβαλούν ξεχωριστές ιστορίες, φυλαγμένες κάτω από δέρματα που φορούν λογιών λογιών ρούχα.
  Στον ίσκιο του αγαπημένου δέντρου τώρα φιλοξενούνται δύο σώματα. Το τσιγάρο έχει σβήσει, το αποτσίγαρο πρόλαβε να κρυφτεί στο χαρτομάντιλο στη δεξιά τσέπη του παντελονιού του. Ο γάργαρος ήχος του νερού από το κοντινό ρυάκι ανακατεύεται με τον ήχο από τα γέλια των δύο προσώπων. Μυρίζει ξεγνοιασιά. Μια ξεγνοιασιά που έχει το άρωμα ενός χαμομηλιού που μόλις ποτίστηκε.
  Πόσο όμορφη είναι η στιγμή κάτω από τη βελανιδιά. Πόσα χρόνια πέρασαν από την τελευταία εκείνη ανάμνηση μαζί της, πριν αναγκαστεί να φύγει για να γνωρίσει τον κόσμο της πόλης, για να δουλέψει, να βγάλει χρήματα και να γυρίσει πίσω ξανά. Έτοιμος. Όπως πρέπει.
Αίθουσα αναμονής. Χρόνια αναμονής που μαζεύτηκαν τόσο γρήγορα. Όχι φέτος, του χρόνου. Ακόμα δεν είναι όπως πρέπει. Καλύτερα να περιμένει ακόμα λίγο η ανάμνηση της βελανιδιάς, να πιαστεί ο ίδιος πιο καλά.
  Το βλέμμα επιστρέφει από το παράθυρο και βρίσκει ξανά το σώμα που κάθεται στην άβολη καρέκλα της αίθουσας αναμονής. Εκείνος σηκώνεται και αφήνει πίσω την αίθουσα και τους ανθρώπους - κουκούλια. Κουβαλάει κι εκείνος το κουκούλι του που δεν το αφήνει να τρυπήσει για να βγει η πεταλούδα. Άλλη μία αναβολή. Άλλο ένα εισιτήριο που δεν έβγαλε για τη βελανιδιά και το κορίτσι που θυμάται να γελάει από κάτω της.
  Βγάζει ένα τσιγάρο και το ρουφάει με τόση λαχτάρα, γεμίζοντας τα πνευμόνια του με το ζεστό του αέρα και κάνοντάς τα να φουσκώσουν μεμιάς. «Όχι ακόμα. Δεν είναι ακόμα η κατάλληλη στιγμή για να με δεχτεί», μονολογεί, καθώς ακούγονται τα βήματα των ανθρώπων που αρχίζουν να επιβιβάζονται για να αναχωρήσουν. 
Όχι ακόμα. Ίσως του χρόνου. Ίσως και ποτέ. Αλλά όχι ακόμα...


                                                                                                                                      Ε.Ψ.

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

Dear God, make me a bird

“Dear God, make me a bird. So I can fly far. Far, far away from here.

- Hanna Hall as Young Jenny Curran in Forrest Gump (1994)


Πλησιάζοντας οι μέρες για τα Χριστούγεννα, παρατηρώ τη διάθεση των ανθρώπων γύρω μου να αλλάζει. Μικρά και μεγάλα παιδιά αρχίζουν να μετρούν αντίστροφα το χρόνο, περιμένοντας κάτι νέο, όμορφο, ξεχωριστό. Τη νέα χρονιά. 
Και τα παιδιά, που εξακολουθούν να πιστεύουν ακόμα στον Άγιο Βασίλη, πιάνουν για άλλη μια φορά τα καλοξυσμένα μολύβια τους και με τα ωραιότερά τους γράμματα ζητάνε από τον αγαπημένο τους Άγιο τα δώρα που επιθυμούν...
Όλα γίνονται πιο όμορφα τα Χριστούγεννα. Όλα μπορούν να γίνουν τα Χριστούγεννα, γι' αυτούς που πιστεύουν στη μαγική τους ατμόσφαιρα... Ακόμα και η επιθυμία ενός κοριτσιού να γίνει πουλί και να πετάξει ψηλά, φτάνοντας σε μια χώρα πολύ πολύ μακριά από εδώ που βρίσκεται... 
Με αφορμή λοιπόν τα λόγια ενός άλλου κοριτσιού, τα οποία έφτασαν σήμερα στα αυτιά μου τυχαία και μου θύμισαν την ταινία του Forrest Gump, εγκαινιάζω κι εγώ με αυτήν την ανάρτηση τη δική μου μαγική ατμόσφαιρα σκέψεων που αρχίζω να μοιράζομαι... γιατί απλά... έχω μια σκέψη...


                                                                                                                                   Ε.Ψ.